τίτλος : Είμαστε μόνοι ή μήπως είμαστε άδειοι;
Σύνδεσμος : Είμαστε μόνοι ή μήπως είμαστε άδειοι;
Είμαστε μόνοι ή μήπως είμαστε άδειοι;
Την προηγούμενη Κυριακή, στο σπιτι με τη γυναίκα του και τα παιδια του.
Μονος...
Το περασμενο Σαββατο, στο ταβερνακι με φιλικα ζευγαρια
Μονος...
Και παλι τα Χριστουγεννα, στο οικογενειακο δεντρο
Ολοτελα μονος...
Και ισως την πρωτοχρονια, στα πεθερικα του για φαϊ
Μονος, Μονος. Μονος...
Οχι, δεν ειμαστε μονοι!
Μονος...
Το περασμενο Σαββατο, στο ταβερνακι με φιλικα ζευγαρια
Μονος...
Και παλι τα Χριστουγεννα, στο οικογενειακο δεντρο
Ολοτελα μονος...
Και ισως την πρωτοχρονια, στα πεθερικα του για φαϊ
Μονος, Μονος. Μονος...
Οχι, δεν ειμαστε μονοι!
Αδειοι ειμαστε...
Τώρα που έρχονται οι γιορτές κι όλος ο κόσμος τρέχει να αγοράσει δώρα, για να ευχαριστήσει τα αγαπημένα του πρόσωπα, στέκομαι παράμερα απ' το πλήθος κι αναρωτιέμαι...
- Μα είναι στ' αλήθεια όλοι τους τόσο περιτριγυρισμένοι από αγάπη; Αυτά τα δώρα [πλούσια ή φτωχικά δεν έχει σημασία] που θα προσφερθούν σε παιδιά, σε συγγενείς, σε συντρόφους, σε συζύγους, σε γονείς, σε ερωμένες, είναι πραγματικά δώρα αγάπης ή μήπως δίδονται έτσι: "για το καλό", για να μην μας χαρακτηρίσουν ακοινώνητους και μονόχνωτους, για να διατηρήσουμε και μεις την περπατησιά που συνηθίζει όλος ο κόσμος;
Κι απάντηση δεν έχω βρει ακόμα...
Θυμάμαι όμως την Αλεξάνδρα, έρωτα από τα παλιά. Από τον καιρό ακόμα που ονειρευόμαστε πως θα κάναμε τάχα μου τον γύρο της γης, απάνου σε ένα παλιό φορτηγό, που θα το είχαμε μετατρέψει, λέει, σε μια κιβωτό.
Όχι του Νώε.
Αλλά μια κιβωτό των ανθρώπινων ονείρων, που με αυτά ξεκινάμε τις ζωές μας και αφού τα χάσουμε όλα, μηδενός εξαιρουμένου, φεύγουμε γυμνοί από τη ζωή, όπως γυμνοί ήρθαμε...
Ωστόσο, φαίνεται ότι η Αλεξάνδρα πραγματοποίησε ένα κομμάτι των ονείρων μας, ταξιδεύοντας αδιάκοπα επί 12 χρόνια. Δεν κυβερνούσε βέβαια κάποια κιβωτό, αλλά όπως μου είχε γράψει τότε [σε μια φτηνή καρτ ποστάλ, που μου την ταχυδρόμησε από την Ινδία] ένιωθε τουλάχιστον ότι κυβερνούσε τον εαυτό της...
- Επιτέλους τώρα αισθάνομαι πραγματικά ελεύθερη, καλέ μου φίλε... Το αέναο ταξίδι σε μαθαίνει πως να κυβερνάς τον εαυτό σου, για να μην κολλήσεις σε κανα λιμάνι, γιομάτο βρωμόνερα και απατηλές σειρήνες....
Όταν όμως επέστρεψε από τα μεγάλα ταξίδια της, ήταν ένα ανθρώπινο ερείπιο. Η πρέζα την είχε αρπάξει στο δίχτυ της και παρολίγο να πεθάνει ολομόναχη, εκεί - στην ξένη γη της Γκόα. Ευτυχώς είχε βρεθεί ένας συμπατριώτης της, από τη Μεσσηνία και κατάφερε να τη σώσει στο παρα ένα. Την έβανε κακήν - κακώς σε ένα αεροπλάνο και την έστειλε πίσω στη μανα της, στην Καλαμάτα.
Της πήρε άλλα 2 χρόνια να απελευθερωθεί από τον τεχνητό θάνατο και το φάντασμα της ελευθερίας που νόμιζε ότι είχε κατακτήσει.
- Δεν θα ξαναταξιδέψω ποτέ μου, μου εκμυστηρεύθηκε, όταν την είδα πάλι, στην Αθήνα, παραμονές Χριστουγέννων.
Παντρεύτηκε, έκαμε 2 παιδάκια και όπως με διαβεβαίωσε [σε ένα λιλιπούτειο καφέ της πλατείας Ασωμάτων] επιτέλους είχε βρει τι είναι αυτό που αξίζει να κατακτήσει ένας άνθρωπος στη ζωή του...
- Να κάνεις, μου είπε, οικογένεια. Να φέρεις ζωές στον κόσμο. Να δημιουργήσεις ένα σπιτικό. Να ορίζεις λίγα μέτρα γης, στον τόπο σου. Να τι αξίζει στη ζωή. Όλα εκείνα τα ταξίδια μας, εσωτερικά και εξωτερικά, είναι ανόητα ξοδεμένος χρόνος. Πάμε κι ερχόμαστε πιστεύοντας ότι σε ξένες χώρες, σε ξένες αγκαλιές, σε αδιέξοδους έρωτες, θα ανακαλύψουμε όλα όσα μας λείπουν. Τρίχες! Απλώς επικαλύπτουμε το κενό μας. Όχι! Χρειαζόμαστε άγκυρες που να μας δένουν στη γη. Μια σταθερή αγάπη και προπαντός παιδιά. Τα δικά μας παιδιά. Τα κύτταρα που θα δημιουργηθούν από τα κύτταρα μας. Μόνο τότε θα έχουμε κατακτήσει τη γαλήνη της ψυχής μας...
ΚΙ όμως τα χέρια της που είχαν γραπωθεί απάνω στις κούτες με τα δώρα που κρατούσε, τρέμανε σαν φθινοπωρινό φυλλαράκι που το χε πάρει ο άνεμος...
Την ξαναείδα μετά από αρκετά χρόνια. Τώρα κοντά. Και πάλι, χρονιάρες μέρες...
Ελάχιστα πράγματα απάνω της, θύμιζαν την Αλεξάνδρα που είχα ερωτευθεί παράφορα άλλοτε. Πέρα από μια μισοσβησμένη φλόγα που έκαιγε ακόμα στα σακουλιασμένα μάτια της, κάθε τι άλλο μου ήταν ολότελα ξένο. Σαν να έβλεπα μιαν άλλη γυναίκα...
Καθίσαμε στο ίδιο καφέ της πλατείας Ασωμάτων. Μόνο που αυτή τη φορά τα χέρια της ήσαν αδειανά. Ούτε δώρα, ούτε ψώνια. Και πάλι όμως έτρεμαν...Μου αποκάλυψε ότι είχε χωρίσει πρόσφατα από τον άντρα της, τον οποίο αποκαλούσε: "ο μαλάκας μου!" Τον ίδιον δηλαδή που κάποια χρονια πριν τον χαρακτήριζε ως: "άγκυρα που την έδενε στη γη".
Τα παιδιά της είχαν μεγαλώσει αρκετά, ώστε να αποφασίσουν με ποιον από τους δύο θα έμεναν και είχαν αποφασισει να πάνε με τον πατέρα τους.
Είχε μείνει εντελώς μόνη.
- Αλλά δεν βαριέσαι, μουρμούρισε... Μόνη ήμουνα και πριν... Ειδικά τέτοιες ημέρες γιορτινές, με έπιανε κατάθλιψη εξαιτίας της μοναξιάς μου. Δεν είναι περίεργο, ρε γαμώτο; Βρισκόμουνα στο σπίτι μου με τον άντρα μου και τα παιδιά μου αλλά ένιωθα μόνη. Βγαίναμε με φιλικα ζευγαρια να διασκεδάσουμε και ένιωθα μονη. Καναμε επισκεψεις σε συγγενεις και παλι μονη. Καθε μερα σχεδον, ήμουνα ανάμεσα σε πλήθος ανθρώπους αλλά στην ουσία ήμουνα μόνη. Θυμήθηκα τις μέρες στη Γκόα, που κόντευα να ψοφήσω ολομόναχη, σε έναν ξένο τόπο, ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν ήξερα καν τη γλώσσα τους... Τελικά καλέ μου φίλε, ότι και αν κάνουμε, όσο και αν ταξιδέψουμε ή όσο και να μην ταξιδέψουμε, ο μόνος συνοδοιπόρος μας θα είναι ο εαυτός μας. Αφού συλλογιέμαι καμιά φορά ρε πούστη μου, ότι είμαστε οι σκλάβοι του "εαυτού" μας...
Έβανα τα γέλια.
- Ε λοιπόν Αλεξάνδρα της είπα γελώντας, είσαι πολύ κοντά στο να ανακαλύψεις γιατί ήσουν, είσαι και θα παραμείνεις ολομόναχη σε τούτο τον κόσμο, ασχέτως αν βρίσκεσαι διαρκώς ανάμεσα σε πλήθη ανθρώπων, δικών σου ή ξένων... Απλώς άλλαξε μια λεξούλα στην τελευταία φράση που μου είπες... Συλλογίσου μήπως και είμαστε σκλάβοι του "εγώ" μας. Κι αυτό μας αδειάζει και από τον εαυτό μας κι από τους γύρω μας...
Δεν αλλάξαμε άλλη κουβέντα. Χωρίσαμε για άλλη μια φορά, αφήνοντας στον καιρό να αποφασίσει, αν θα ξανασυναντηθούμε...
Εγώ γύρισα σε αυτό που θεωρώ χρέος μου ή αγώνα μου ή πάθος μου ή σκοπό μου ή νόημα της ζωής μου - όπως θέλετε πείτε το. Δηλαδή στην αγωνιώδη προσπάθεια μου να αφυπνίσω το Γένος μας, να ταρακουνήσω κάποιες συνειδήσεις, να αφήσω έστω ένα στίγμα και μια μαρτυρία για την εποχή μου και για τη γενοκτονία στην οποία μας οδηγούν οι νονοί του κόσμου.
Κι η Αλεξάνδρα γύρισε στη μοναξιά της.
Όχι, δεν την κακίζω.
Ωστόσο, τη λυπάμαι. Τη λυπάμαι γιατί δεν της δόθηκε ποτέ η ευκαιρία [ή ίσως της δόθηκε αλλά τη φοβήθηκε...] να ξεφύγει επιτέλους από το κέλυφος του "εγώ" της. Να ξανοιχτεί στη Μεγάλη ροή της Ανθρώπινης ιστορίας, Να νιώσει κομμάτι ενός Ευρύτερου Συνόλου, που την εμπεριέχει και όπου η Συλλογική Μοίρα ορίζει και καθορίζει την ατομική μοίρα.
Αναζητουσε πάντα έναν δρόμο αποκλειστικά ατομικό.
Το"¨εγώ" της ταξίδεψε. Το "εγώ" της παντρεύτηκε. Το "εγώ" της χώρισε. Το "εγώ" της, την πρόσταζε και το "εγώ" της την οδηγούσε.
Εμ' πως να μην νιώθει μόνο, ένα τόσο μικρό και αδύναμο "εγώ", που την ανάγκαζε πάντα να αδειάζει τον κόσμο γύρω της από τους άλλους, ώστε να μην της κρύβουν τη θέα του "εγώ" και πάλι του "εγώ" της και ξαναμανά του "εγώ" της.
Λες και μπορεί ο ένας, ο απομονωμένος άνθρωπος, να νιώσει την ευτυχία, μέσα σε μια αδυσώπητη πορεία συλλογικής καταστροφής...
Όχι καλή μου Αλεξάνδρα. Δεν είμαστε μόνοι. Είμαστε άδειοι! Άδειοι από την ίδια μας τη Συλλογική Μοίρα.
Σαν κομμένα φθινοπωρινά φυλλαράκια που τα παρασύρουνε οι καιροί...
panusis
Έτσι, το άρθρο Είμαστε μόνοι ή μήπως είμαστε άδειοι;
δηλαδή όλα τα άρθρα Είμαστε μόνοι ή μήπως είμαστε άδειοι; Αυτή τη φορά, ελπίζουμε ότι μπορεί να προσφέρει οφέλη σε όλους σας. Εντάξει, μπορείτε να δείτε σε μια θέση σε άλλα άρθρα.
Τώρα διαβάζετε το άρθρο Είμαστε μόνοι ή μήπως είμαστε άδειοι; η διεύθυνση του συνδέσμου https://movetodays.blogspot.com/2017/12/blog-post_8669.html
0 Response to "Είμαστε μόνοι ή μήπως είμαστε άδειοι;"
Δημοσίευση σχολίου